Παιδεραστία!
π. Δημητρίου Ν. Θεοδωροπούλου
Θὰ μὲ συγχωρήσετε ποὺ δὲν λέω νὰ ξεκολλήσω ἀπὸ τὴν ἀρχαία Ἑλλάδα. Μένω γιὰ νὰ μοιρασθῶ μαζί σας θησαυρούς. Μένω γιατὶ τὸ τοπίο θέλει ξεκαθάρισμα· πρέπει μὲ τὸ swiffer νὰ ἀποτινάξουμε τὸν ἐπικαθισάμενο κονιορτό.
Ἀνοίξαμε ἕνα πολὺ δύσκολο, σοβαρὸ καὶ ἰδιαζόντως ἐπίκαιρο θέμα (ὁμοφυλοφιλία) καὶ πρέπει νὰ τὸ προσεγγίσουμε προσεκτικά, σοβαρὰ καὶ ὑπεύθυνα, πατῶντας σὲ γερὲς βάσεις, τὶς ὁποῖες καὶ προσπαθοῦμε νὰ κτίσουμε.
Σήμερα ὁ πολὺς κόσμος ἔρχεται σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴν ἀρχαιοελληνικὴ γραμματεία μέσῳ κειμένων ποὺ ἀποτελοῦν μεταφράσεις μεταφράσεων. Θέλω νὰ πῶ ὅτι πολλοὶ Ἕλληνες μεταφραστὲς δὲν ἔρχονται σὲ ἀπ’ εὐθείας ἐπαφὴ μὲ τὸ αὐθεντικὸ κείμενο, ἀλλὰ τὸ προσεγγίζουν μέσῳ ξενόγλωσσων μεταφράσεών του. Ἐπειδὴ δὲ πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς συμβαίνει νὰ γνωρίζουν καλύτερα τὴν ἀγγλικὴ ἀπὸ τὴν μητρική τους γλῶσσα (καθόλου ἀσυνήθιστο στοὺς Νεοέλληνες), υἱοθετοῦν ἑρμηνευτικὲς ἐκδοχὲς ποὺ οὐκ ὀλίγες φορὲς παραποιοῦν τὸ αὐθεντικὸ νόημα τοῦ κειμένου. Ἡ πραγματικότης αὐτὴ διογκώνεται καὶ καθιερώνεται προϊόντος τοῦ χρόνου. Ἔτσι φθάσαμε νὰ πιστεύουν πολλοὶ πὼς ἡ ἀρχαία Ἑλλάδα ἦταν ὁ παράδεισος τῆς ὁμοφυλοφιλίας καὶ τῆς παιδεραστίας.
Ἡ ἀπόδοση τῆς ἀρχαιοελληνικῆς γραμματείας σὲ ἄλλες γλῶσσες δὲν εἶναι εὔκολη ὑπόθεση καὶ δὲν γίνεται μὲ ἀντιγραφή. Ἀπαιτεῖ ἐτυμολογικὴ καὶ ἐννοιολογικὴ συνέπεια.
Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὰ θεολογικὰ κείμενα τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ μεταφορὰ ἑλληνικῶν ὅρων σὲ ἄλλες γλῶσσες ὁδήγησε ἐνίοτε σὲ κακοδοξίες. Παράδειγμα τὸ Filioque. Τὸ ὅτι οἱ Λατῖνοι μὲ ἕνα μόνο ρῆμα (procedere) ἀπέδωσαν τὸ ἐκπορεύειν καὶ τὸ πέμπειν, δημιούργησε σύγχυση.
Χρειάζεται συνεπῶς μεγάλη προσοχὴ καὶ ἔλεγχος τῆς ἀξιοπιστίας τῶν μεταφράσεων ποὺ κυκλοφοροῦν. Θυμόσαστε τὸ παράδειγμα τοῦ ὅρου ἐραστής. Ὅταν ἀναφέρονταν στὴν σχέση διδασκάλου (φιλήτορος) καὶ μαθητοῦ, δὲν ὑποδήλωνε κάτι τὸ σαρκικό, ἀλλὰ στοργὴ καὶ παιδαγωγικὴ ἀγάπη ㅡ αὐτὸ τοὐλάχιστον ἦταν τὸ ἰδεῶδες. Τὸν ἴδιο ὅρο ὅμως μεταφέροντας κάποιος ἄκριτα στὴν σύγχρονη πραγματικότητα, πόση σύγχυση δημιουργεῖ;
Τὸ ἴδιο ἰσχύει καὶ γιὰ τὴν λέξη ἐρώμενος (ἐρωμένος). Σήμαινε τὸν ἐπιστήθιο μαθητή, ὅπως προεχόντως καὶ ἡ λέξη παιδικὸς ἢ παιδικά. Στὶς μεταφράσεις θὰ πρέπει νὰ καταδεικνύεται ἡ παιδαγωγικὴ σημασία τοῦ ὅρου.
Παιδεραστία
Ὅσα εἴπαμε παραπάνω συναρτῶνται ἄμεσα πρὸς τὴν λέξη παιδεραστία, ἡ ὁποία μὲ τὴν σειρά της συναρτᾶται πρὸς τὴν ὁμοφυλοφιλία. Ἡ λέξη αὐτὴ σήμερα ἔχει ὁλωσδιόλου ἀρνητικὸ περιεχόμενο. Τὸ ἄκουσμά της καὶ μόνο διεγείρει τὴν συνείδηση, προκαλεῖ ἀπέχθεια, ὀργή, ἀγανάκτηση. Τότε ὅμως δὲν ἦταν ἔτσι. Καὶ δὲν ἦταν ἔτσι, ὄχι διότι ἐπιτρέπονταν (πολλῷ μᾶλλον ἐνθαρρύνονταν) ἡ παιδεραστία, ἀλλὰ διότι δὲν ἦταν ἀπόλυτα φορτισμένη μὲ τὸ σημερινὸ ἀρνητικό της περιεχόμενο. Εἶχε σημασία κυρίως παιδαγωγική, παιδευτική, πνευματική.
Θὰ τὸ ἐπαναλάβω: αὐτὸ τοὐλάχιστον ἦταν τὸ ἰδεῶδες· καὶ μᾶς ἐνδιαφέρει τὸ ἰδεῶδες πολὺ περισσότερο ἀπὸ τὸ ὑφιστάμενο. Ὁ πολὺς Ἰω. Συκουτρῆς στὴν Εἰσαγωγή του στὸ Συμπόσιον τοῦ Πλάτωνος (ἐκδ. Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, Ἀθῆναι ²2022, σελ.45) λέει ὅτι τὸ ζήτημα δὲν εἶναι ἂν μία φυσικὴ ἀνάγκη κάτω ἀπὸ ὁρισμένες (ἀδιευκρίνητες ἴσως τὶς πιὸ πολλὲς φορὲς) συνθῆκες ὁδηγεῖ σὲ διαστροφή, ἀλλὰ ὁ ἐξευγενισμὸς αὐτῆς τῆς φυσικῆς ἀνάγκης, ἡ πλήρωσή της «μ' ἓν ἀνώτερον πνευματικὸν καὶ ἠθικὸν περιεχόμενον, ὅπως συνέβη μὲ τὸν παιδικὸν ἔρωτα εἰς τοὺς Ἕλληνας καὶ μόνον εἰς αὐτούς». Κατὰ παρόμοιο τρόπο, λέει, ὁ ἄνθρωπος χρησιμοποίησε στὴν ἀρχὴ τὰ σπήλαια, μετὰ κατεσκεύασε καλύβες, ἀπὸ ἐκεῖ ὅμως προχώρησε στὸν Παρθενῶνα καὶ μὲ τὴν κατοικία συνέδεσε τὶς βαθύτερες ἠθικὲς ἔννοιες τῆς οἰκογενειακῆς ἑστίας καὶ τῆς ἱερότητός της.
Τέτοιο πνευματικὸ περιεχόμενο λοιπὸν εἶχαν προσδώσει (ἔστω προσπαθοῦσαν νὰ προσδώσουν) στὴν ἔννοια τῆς παιδεραστίας οἱ ἀρχαῖοι. Διότι πῶς ἀλλιῶς νὰ ἑρμηνεύσουμε τὸ «ὀρθῶς παιδεραστεῖν» τοῦ πλατωνικοῦ Συμποσίου 211b; Μήπως ὁ σοφὸς Ἀθηναῖος ἔκανε μαθήματα «ὀρθῆς» παιδεραστίας στοὺς ἐνήλικες· πῶς δηλαδὴ νὰ φθείρουν (αὕτη ἐστὶ «παιδοφθορία») τὰ παιδία; Μή γένοιτο!
Θὰ μποροῦσα νὰ παραθέσω πλεῖστα ὅσα χωρία δεικνύοντα ἐναργέστατα ὅτι «ὁ τῶν παίδων ἔρως» (παιδεραστία) ἀφοροῦσε στὸν οὐράνιο ἔρωτα καὶ ὄχι στὸν χύδην, τὸν «πάνδημον», ὅπως ὀνομάζεται στὸ πλατωνικὸ Συμπόσιον (180e). Ἄλλο ἡ «πρὸς παιδείαν» παιδεραστία καὶ ἄλλο ἡ παρεκτροπή της. Ὁ ἐραστὴς ποὺ ἀπέβλεπε σὲ ἀλλότρια ἐκείνων ποὺ ὁ θεσμὸς τῆς παιδεραστίας προέβλεπε· «ὁ τοῦ σώματος μᾶλλον ἐρῶν ἢ τῆς ψυχῆς» (ὅ.π. 183e), ἐκεῖνος δηλαδὴ ποὺ ὀρέγονταν τὸ σῶμα μᾶλλον τοῦ νέου παρὰ ἀγαποῦσε τὴν ψυχή του, ὀνομάζονταν φαῦλος καὶ πονηρός, ἡ δὲ πρᾶξις αἰσχίστη. Ὁ Λυκοῦργος τῆς Σπάρτης θεωροῦσε πολὺ ἀναίσχυντο τὸ τοιοῦτο, γι’ αὐτὸ καὶ θέσπισε νόμο ἐπ' αὐτοῦ. Ὅπως οἱ γονεῖς μὲ τὰ παιδιά τους καὶ τὰ ἀδέλφια μεταξύ τους δὲν διανοοῦνται νὰ συνάψουν ἀφροδίσιες σχέσεις, ἔλεγε, ἔτσι καὶ οἱ ἐραστὲς (διδάσκαλοι) ὀφείλουν νὰ ἀπέχουν ἀπὸ τὰ παιδία (μαθητές). Ἐξομοίωνε δηλαδὴ τὴν πράξη αὐτὴ πρὸς τὴν αἱμομιξία.
Ὡς θεσμὸς λοιπὸν ἡ παιδεραστία στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα εἶχε παιδαγωγικὸ καὶ ὄχι σαρκικὸ χαρακτῆρα. Οἱ λέξεις φίλος καὶ ἐραστὴς ἐναλλάσσονται στὰ γραπτὰ κείμενα. Σκοπὸς ἦταν ἡ ὁμοψυχία, ὄχι ἡ ὁμοκοιτία. Ἂν ὑπῆρξαν παρεκκλίσεις ἢ καὶ διαφορετικὲς ἀντιλήψεις, εἶναι ἄλλο θέμα. Οἱ ποιητὲς ὕμνησαν τὰ ὑψηλά, ὄχι τὰ χαμερπῆ. Ὁπότε ὁ καθένας διαλέγει αὐτὸ ποὺ τοῦ ταιριάζει.
Τὸ ἀρχαιοελληνικὸ ἰδεῶδες μαρτυροῦν ἀδιάκοπα καὶ μὲ ἀπόλυτη ἐνάργεια ἀνὰ τοὺς αἰῶνας καὶ τὰ μνημεῖα τῆς γλυπτικῆς τέχνης. Τὰ ἀρχαῖα ἀγάλματα, ὡς γνωστόν, παριστοῦν γυμνὰ κατὰ κανόνα τὰ ἀνθρώπινα σώματα· διότι γιὰ τοὺς ἀρχαίους ντροπὴ δὲν ἦταν τὸ γυμνό, ἀλλὰ τὸ ἀγύμναστο σῶμα. Στὴν γυμνότητα τῶν ἀθλητῶν ἔβλεπαν τὸν στολισμὸ τῆς ψυχῆς.
Κάτι ποὺ ἴσως λίγοι γνωρίζουν, ἀλλ' ἀρκούντως ἐπεσήμαναν οἱ βαθεῖς μελετητὲς καὶ γνῶστες τῆς λαμπρᾶς αὐτῆς τέχνης, εἶναι ὅτι στὰ ἀγάλματα ποὺ παριστοῦν ἐπιφανεῖς ἄνδρες, ἀθλητές, ἥρωες, ἡμίθεους καὶ θεούς, ἡ ἀποτύπωση τοῦ ἐσωτερικοῦ (ψυχικοῦ) στολισμοῦ γίνεται, σὺν τοῖς ἄλλοις, καὶ μὲ τὸν ἀκόλουθο τρόπο — τεχνική, ἂν θέλετε.
Τὸν ἰδανικὸ ἄνδρα λοιπὸν οἱ ἀρχαῖοι ἤθελαν σεμνό, ἐγκρατῆ, σώφρονα. Αὐτὲς τὶς ἀρετὲς ἐκφράζει ἡ ἁρμονία, ἡ συμμετρία καὶ τὸ ἀπαράμιλλον κάλλος τῶν ἀθανάτων ἐκείνων μνημείων τέχνης.
Ἐν τούτοις, κάποιοι προσπαθοῦν νὰ μᾶς πείσουν πὼς ἡ ἀρχαία Ἑλλάδα ἦταν ἡ χώρα τῶν σατύρων καὶ τῶν σεξομανῶν. Παντοῦ βλέπουν σαρκικὲς σχέσεις.
Καὶ τὴν ἀδελφικὴ φιλία μήπως θὰ κάνουμε sex;
Μήπως καὶ γιὰ τὸν Ἀρκεσίλαο, ὁ ὁποῖος εἶχε ἐρωμένο («ἐρώμενον») τὸν Ὅμηρο, ὅπως λέει ὁ Διογένης ὁ Λαέρτιος, νὰ σκεφτοῦμε τὰ ἴδια; Σίγουρα θὰ τὸ ’λέγαν κι αὐτό, ἂν δὲν εἶχε προλάβει νὰ πεθάνει ὁ καημένος ὁ Ὅμηρος τέσσερις-πέντε αἰῶνες πρίν!
Τί ἐννοεῖ ὅμως ὁ Διογένης ὅταν λέει ὅτι ὁ Ἀρκεσίλαος εἶχε ἐρωμένο τὸν Ὅμηρο; Εἶναι πολὺ ἁπλό, τὸ διατυπώνει μὲ ἀπόλυτη σαφήνεια καὶ δὲν εἶναι καθόλου ξένο στὴν λογική μας: «Ἀπεδέχετο δὲ πάντων μᾶλλον Ὅμηρον, οὗ καὶ εἰς ὕπνον ἰὼν πάντως τι ἀνεγίνωσκεν, ἀλλὰ καὶ ὄρθρου λέγων ἐπὶ τὸν ἐρώμενον ἀπιέναι ὁπότ’ ἂν βούλοιτο ἀναγνῶναι» (Φιλοσόφων Βίων καὶ Δογμάτων Συναγωγή, Βιβλίον Δ΄ 31). Μὲ ἁπλᾶ λόγια, ὁ ἄνθρωπος ἦταν τόσο ἐρωτευμένος μὲ τὸν Ὅμηρο (ποίηση Ὁμήρου), ποὺ πηγαίνοντας γιὰ ὕπνο διάβαζε Ὅμηρο, τὴν δὲ αὐγὴ ξανὰ τὸ ἴδιο· λέγοντας κάθε φορὰ ποὺ ἐπρόκειτο νὰ διαβάσει: «ἐπὶ τὸν ἐρώμενον ἀπιέναι»· πηγαίνω στὸν ἐρωμένο — καὶ εἶναι τόσο θαυμάσια αὐτὴ ἡ ἔκφραση, τόσο ποιητική!
Τίποτε τελικὰ δὲν ὑπάρχει πέραν τοῦ σαρκικοῦ; Δὲν ὑπάρχει φιλία, δὲν ὑπάρχει ἄλλη σχέση; Θὰ βλέπουμε δύο ἄντρες ἢ δυὸ γυναῖκες νὰ ἀγαπιοῦνται καὶ θὰ πηγαίνει ἀμέσως τὸ μυαλό μας στὴν κατὰ σάρκα σχέση;
Ἀλλ' ὅ,τι εἶναι ὁ καθένας, ἐκεῖνο βλέπει. Ὁ ἀληθινὸς ἐραστὴς τοῦ ὡραίου θαυμάζει καὶ τὸ αἰσθητὸν κάλλος καὶ τὶς ὄμορφες ψυχὲς καὶ τὰ ἔργα τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τὴν ἠθικὴ ὡραιότητα. Τὸν σαγηνεύει ὁ Ἑρμῆς τοῦ Πραξιτέλους. Κάποιους ἄλλους οἱ Σάτυροι.
Αὐτοί, ἀκόμη καὶ στὴν σχέση τοῦ Πανυπεράγνου Ἰησοῦ μὲ τὴν Μαγδαληνὴ Μαρία εἶδαν, ἵλεως γενοῦ, Κύριε! ἀνομολόγητα, ἀπρεπῆ, προκλητικὰ καὶ ἐπαίσχυντα.
Μαζὶ πᾶνε αὐτά, τὸ μαγάρισμα τῆς ἀρχαίας σοφίας καὶ ἡ μίανση τῆς χριστιανικῆς ἀλήθειας.
Ἐμεῖς ὅμως, ὅπως βλέπουμε ἐν ἀγαθότητι τὶς σχέσεις τοῦ Κυρίου μὲ τοὺς μαθητές του ㅡ τὸν ἐπιστήθιο δὲ ἐξόχως, τὸν ἠγαπημένο Ἰωάννη ㅡ, ἔτσι ἂς δεχόμαστε καὶ τὶς σχέσεις ἐκεῖνες τὶς ἀρχαῖες· ὑπὸ τὴν αἵρεση βέβαια ὅτι ἐκεῖ ὑπῆρχαν σίγουρα παρεκτροπές.
Μὴ παρασυρόμεθα ὅμως καὶ βλέπουμε παντοῦ μόνον αὐτό. Μὴ κάνουμε τὴν ἐξαίρεση κανόνα.
Ἂς ἔχουμε ἐστραμμένη τὴν ἑρμηνευτική μας ματιὰ πρὸς τὸ ὑψηλοφερὲς καὶ ἰδεῶδες!
(Συνεχίζεται)
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Τὰ ἄρθρα δὲν εἶναι πραγματεῖες, ὥστε νὰ ἐξαντλοῦν ἕνα θέμα. Περισσότερο προβληματισμοὺς εἰσάγουν καὶ ἀφορμὲς γιὰ σκέψη καὶ διάλογο. Γι' αὐτὸ καὶ τὰ καλοπροαίρετα σχόλια εἶναι εὐπρόσδεκτα ἐδῶ, μᾶλλον δὲ καὶ ἐπιθυμητά. Εὐπρόσδεκτες ἐπίσης εἶναι καὶ οἱ ἐρωτήσεις. Ὁ δὲ διάλογος ἐνθαρρύνεται ὅλως ἰδιαιτέρως .