Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Μάιος, 2023

Γιατί, πουλί μ', δὲν κελαηδεῖς!

Εικόνα
  ...ἂς θυμηθοῦμε ὅσοι γνωρίζουμε, καὶ ἂς γνωρίσουμε ὅσοι δὲν ἔχουμε ξανακούσει· Ἕνα ἀπὸ τὰ ὡραιότερα τραγούδια μὲ τὰ ὁποῖα ἡ Ρωμιοσύνη θρήνησε τὴν Ἅλωση τῆς  Κωνσταντίνου Πόλεως, τῆς Νέας Ρώμης, τῆς Πόλεως τῶν Πόλεων, τῆς  Β ασιλευούσης . Σήμερα εἶναι Δευτέρα 29 Μαΐου 2023. Τότε ἦταν Τρίτη 29 Μαΐου 1453 (μὲ τὸ Ἰουλιανὸ ἡμερολόγιο βέβαια). Τότε ἀποφάσισαν νὰ πεθάνουν γιὰ τὴν Πατρίδα, ὅλοι. Κωνσταντῖνο λέγανε τὸν βασιλιά τους. Ἔμελλε νὰ εἶναι ὁ τελευταῖος. Κωνσταντῖνο λέγαν καὶ τὸν πρῶτο. Γράφτηκαν ἐκείνη τὴν ἡμέρα Νέες Θερμοπύλες. Ἡ Πόλις ἑάλω! Ἡ Νέα Ρώμη. Αὐτὴ ποὺ κτίστηκε ἀντὶ τῆς παλαιᾶς. Ἡ παλαιὰ ἐκείνη ἔγινε εἰκόνα τοῦ ἀρχαίου κόσμου. Αὐτὴ τύπος καὶ σύμβολον τοῦ νέου. Μὴ πλανηθεῖ ποτὲ κανεὶς καὶ πεῖ "Δεύτερη Ρώμη". Δὲν εἶναι Δεύτερη. Εἶναι Νέα. Δεύτερη Ρώμη δὲν ὑπάρχει. Τὸ Δεύτερη μπορεῖ νὰ σημαίνει καὶ κάποιαν Τρίτη. Ὑπάρχει ἡ περὶ Τρίτης Ρώμης θεωρία, αἰῶνες τώρα. Πλάνη! Συμπλεγματικὴ ἀποθυμιά! Ἡ Πόλις ἑάλω λοιπόν. Ἡ τοῦ Κωνσταντίνου Πόλις. Τῆς Παναγιᾶς ἡ Πόλις. Πῶς πα

Ὁ Θεὸς εἶναι Ἕνας, ἀλλ' ὄχι Μόνος!

Εικόνα
π. Δημητρίου Ν. Θεοδωροπούλου Εἴδαμε ὅτι στὸ περὶ Θεοῦ ἐρώτημα ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας μας ἀπαντᾶ: Ὅτι εἶναι ὁ Θεὸς (ὑπάρχει). Ὅτι δὲν γνωρίζουμε τί εἶναι ὁ Θεὸς (τὴν οὐσία του). Ὅτι γνωρίζουμε πῶς εἶναι ὁ Θεὸς (τὸν τρόπο ὑπάρξεώς του). Τὰ δύο τελευταῖα, τὸ τί εἶναι καὶ πῶς εἶναι , ἀντιστοιχοῦν, ὅπως ἤδη ἔχει λεχθεῖ, στὶς ἔννοιες οὐσία καὶ ὑπόστασις . Οἱ δύο αὐτοὶ ὅροι ταυτίζονταν μέχρι τὴν ἐποχὴ τῶν Καππαδοκῶν Πατέρων. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Λατινικὸς ὅρος substantia.  Substantia - οὐσία - ὑπόστασις χρησιμοποιοῦνταν στὴν φιλοσοφία μὲ τὴν ἴδια ἀκριβῶς σημασία. Ἕνας ἄλλος ὅρος ποὺ μᾶς ἐνδιαφέρει πολὺ ἐδῶ, ὁ ὅρος πρόσωπον , χρησιμοποιοῦνταν ἐπίσης τὴν ἐποχὴ ἐκείνη μὲ διαφορετικὴ σημασία ἀπ’ ὅ,τι μετὰ τοὺς Καππαδόκες. Τοῦ προσέδιδαν περισσότερο τὴν ἔννοια τοῦ προσωπείου , δηλαδὴ τῆς προσωπίδος, τῆς μάσκας ποὺ φοροῦσαν οἱ ἠθοποιοὶ τοῦ ἀρχαίου θεάτρου. Ὑπὸ αὐτὴν τὴν ἔννοια τὸν χρησιμοποίησε καὶ ὁ Σαβέλλιος στὶς ἀρχὲς τοῦ Γ΄ αἰ. γιὰ νὰ ἑρμηνεύσει τὴν τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ.  Θέλοντας νὰ διαφυλάξε

Τὸ «ὅτι», τὸ «τί» καὶ τὸ «πῶς» τοῦ Θεοῦ

Εικόνα
  π. Δημητρίου Ν. Θεοδωροπούλου Ἀφοῦ θέσαμε ὡς βάση τὴν διάκριση «κτιστοῦ - ἀκτίστου», ἂς ἔλθουμε τώρα νὰ ἐξετάσουμε χωριστὰ τὴν κάθε μία ἀπὸ αὐτὲς τὶς δύο πραγματικότητες, τοὺς δύο αὐτοὺς πόλους τῆς ὑπάρξεως. Θὰ ξεκινήσουμε ἀπὸ τὸ «ἄκτιστον», τὸν ἄκτιστο Θεὸ δηλαδή, τὸν δημιουργό. Γιὰ νὰ δοῦμε, τί εἶναι αὐτὰ ποὺ γνωρίζουμε γιὰ τὸν Θεό, καὶ τί δὲν γνωρίζουμε. Θὰ προσπαθήσουμε νὰ προσεγγίσουμε τὸ εἶναι τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπὸ τρεῖς λεξοῦλες, τὸ ὅτι , τὸ τί καὶ τὸ πῶς . Τὴν κάθε μία ἀπὸ αὐτὲς θὰ πλουτίσουμε μὲ τὸ ρῆμα εἶναι . Ἔτσι, θὰ ἔχουμε : Τὸ   ὅτι εἶναι , τὸ τὶ εἶναι καὶ τὸ πῶς εἶναι τοῦ Θεοῦ. Τί σημαίνουν αὐτά; Ἀναφορὲς εἶναι ποὺ ἀντιστοιχοῦν σὲ τρεῖς ἐρωτήσεις: Εἶναι ὁ Θεός; Τί εἶναι; Πῶς εἶναι; Ἀπαντοῦμε: Ὅτι εἶναι ὁ Θεός. Ὑπάρχει. Τί εἶναι  δὲν γνωρίζουμε. Πῶς εἶναι  τὸ γνωρίζουμε. Γιὰ νὰ δοῦμε τὴν κάθε ἀπάντηση χωριστά. Μὲ τὸ ὅτι εἶναι ( ὅτι ἔστιν θὰ διαβάζαμε στοὺς Καππαδόκες Πατέρες, τοὺς ὁποίους καὶ εὐγνωμονοῦμε γιὰ τὶς λεπτὲς αὐτὲς τομὲς καὶ διακρίσεις) καταφάσκουμε τὴν ὕπα

Περὶ «κτιστοῦ - ἀκτίστου» (ὁλοκλήρωση ἑνότητος)

Εικόνα
  π. Δημητρίου Ν. Θεοδωροπούλου Κατὰ τὴν εἰδωλολατρικὴ ἀντίληψη, ὅπως ἤδη ἔχουμε πεῖ, θεὸς (ἢ θεοὶ) καὶ κόσμος εἶναι τῆς αὐτῆς οὐσίας (ὁμοούσιοι). Κατὰ τὴν ὀρθόδοξη ἀντίληψη ὅμως, ὁ κόσμος δὲν εἶναι ὁμοούσιος πρὸς τὸν Θεό. Δὲν προέρχεται ἀπὸ τὴν οὐσία τοῦ Θεοῦ, δὲν εἶναι κομμάτι αὐτῆς τῆς οὐσίας, οὔτε προέκτασή της. Καμμιὰ φορὰ ἀκοῦμε νὰ λένε: Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνα κομμάτι τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ εἶναι λάθος. Ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι κομμάτι τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς δημιουργικῆς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ. Ὑπάρχει κατὰ μετοχήν. Ὑπάρχει δηλαδὴ ὡς μέτοχος (μετέχων) τῆς θείας ζωῆς. Ὅλα κατὰ μετοχὴν τὰ ἔχει ὁ ἄνθρωπος, τὴν ἀγάπη, τὴν ἐλευθερία, τὴν σοφία, τὸ ἴδιο τὸ ζῆν, τὸ ὑπάρχειν. Ἔχει «δανεικὸν» τὸ εἶναι, ὅπως λένε οἱ θεῖοι Πατέρες. Καὶ δὲν τὸ ἔχει μόνον ὁ ἄνθρωπος, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρη ἡ κτίση, ὅλα τὰ ὄντα· τὰ ὁποῖα ἐν τέλει εἶναι «μὴ ὄντα». Ναί. Ὁ κόσμος εἶναι «μὴ ὄν». Ὂν («ὁ Ὢν») εἶναι μονάχα ὁ Θεός, ὡς αὐθύπαρκτος.  Αὐτὸς μᾶς ἔφερε «ἐκ τοῦ μὴ ὄντος εἰς τὸ εἶναι», στὴν ὕπαρξη δηλαδή. «Σὺ ἐκ τοῦ μὴ ὄντ

Διάκρισις «κτιστοῦ - ἀκτίστου» (Συνέχεια)

Εικόνα
  π. Δημητρίου Ν. Θεοδωροπούλου Δύο εἶναι οἱ θεωρίες ποὺ ἑρμηνεύουν τὸν κόσμο (κοσμοθεωρίες): Ἡ βιβλικὴ καὶ ἡ εἰδωλολατρική. Ἐμεῖς ὡς Χριστιανοὶ ἀκολουθοῦμε τὴν βιβλικὴ παράδοση, τὴν παράδοση δηλαδὴ τῆς Βίβλου (Ἁγίας Γραφῆς). Σύμφωνα μὲ αὐτήν, ὁ κόσμος εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς δημιουργικῆς ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ. Δὲν ὑπάρχει ἀπὸ πάντα, ἔχει ἀρχή. Δημιουργός του εἶναι ὁ Θεὸς ὁ Παντοκράτωρ, ὁ «ποιητὴς οὐρανοῦ καὶ γῆς, ὁρατῶν τε πάντων καὶ ἀοράτων», ὅπως ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως. Ἀντίθετα, στὴν εἰδωλολατρικὴ παράδοση, τὴν παράδοση δηλαδὴ τῶν εἰδωλολατρικῶν λαῶν, ὁ κόσμος ὑπάρχει ἀπὸ πάντα. Στὴν παράδοση αὐτὴ διακρίνουμε δύο ἀντιλήψεις. Σύμφωνα μὲ τὴν πρώτη, ὁ κόσμος εἶναι αὐτοδημιούργητος. Αἰσθητὰ καὶ νοητά, ὑλικὰ καὶ πνευματικὰ ὑπάρχουν ἀπὸ μόνα τους. Ἡ ὕλη εἶναι προαιώνιος. Δὲν ὑπάρχει ἀρχή, καὶ κατὰ συνέπεια δὲν ὑπάρχει τέλος. Ἐπικρατεῖ ὁ κύκλος καὶ ὄχι ὁ γραμμικὸς χρόνος, ὅπως λέγαμε καὶ στὸ προηγούμενο ἄρθρο μας. Θεὸς εἶναι ἡ ἴδια ἡ φύση. Φῶς, οὐρανός, ἀστέρια, θάλασσα, γῆ, φυτά,

Ἡ θεμελιώδης διάκρισις «κτιστοῦ - ἀκτίστου»

Εικόνα
π. Δημητρίου Ν. Θεοδωροπούλου Μετὰ τὰ ὅσα εἰσαγωγικὰ περὶ θεολογίας καὶ δόγματος εἴπαμε, ἂς ἔλθουμε στὴν ἐξέταση τῶν θεμελιωδῶν ἀρχῶν ποὺ διέπουν τὴν δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας. Στὴν βάση αὐτῶν τῶν ἀρχῶν καὶ μόνον μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ στηρίζεται ἡ θεολογική μας σκέψη καὶ ἡ ἀνάπτυξή της. Ἀλλιῶς, παραμένει στατικὴ καὶ ἀγκυλωμένη. Συνιστοῦν δὲ κατὰ κανόνα οἱ ἀρχὲς αὐτὲς διακρίσεις ἀνάμεσα σὲ ἔννοιες, ὅρους, πραγματικότητες. Ἡ πρώτη, βασικὴ καὶ θεμελιώδης ἀρχή, ποὺ εἶναι ὅ,τι γιὰ τὰ μαθηματικὰ τὸ 1+1=2, ἀναφέρεται στὴν διάκριση ἀνάμεσα στὸν Κτίστη καὶ τὴν κτίση, τὸν Δημιουργὸ καὶ τὴν δημιουργία, τὸν ἄκτιστο Θεὸ καὶ τὴν κτιστὴ πραγματικότητα. Εἶναι ἡ διάκρισις κτιστοῦ - ἀκτίστου. «Ἀκτίστου - κτιστοῦ» κανονικὰ θὰ ἔπρεπε νὰ λέμε, καθότι προηγεῖται ὁ ἄκτιστος Θεὸς καὶ ἕπεται ἡ κτιστὴ δημιουργία, ὅμως χάριν μουσικωτέρας ἀγωγῆς τοῦ λόγου λέμε «κτιστοῦ - ἀκτίστου». Τὸ ἄκτιστον εἶναι ὁ Θεός, ὁ Δημιουργός. Τὸ κτιστὸν εἶναι ἡ κτίσις, ἡ δημιουργία. Πρόκειται γιὰ γνωσιολογικὴ ἀρχή, τὴν ὁπ

Δόγμα καὶ δογματισμὸς

Εικόνα
  π. Δημητρίου Ν. Θεοδωροπούλου Πολλοὶ ἄνθρωποι ἀπορρίπτουν ἀβασάνιστα κάθε τι ποὺ ἀντιστέκεται στὴν λογική τους. Ὅ,τι δὲν συνάδει πρὸς τὸν ὀρθὸ λόγο (ὀρθολογισμὸς) τὸ ἀποβάλλουν χωρὶς δεύτερη σκέψη.  Καμαρώνουν μάλιστα καὶ καυχῶνται γιὰ τὴν ἄρνησή τους νὰ δεχθοῦν δόγματα καὶ μορφὲς ἢ λόγους αὐθεντίας, πάσης φύσεως. Ἡ λέξη δόγμα εἶναι φορτισμένη ἀρνητικὰ γι’ αὐτούς. Τοὺς παραπέμπει στὸν δογματισμό, γιὰ νὰ μὴ ποῦμε κάτι ἀκόμη χειρότερο, στὸν σκοταδισμό. Τοὺς φαίνεται πὼς πρόκειται γιὰ ἐπιβολὴ κάποιου νόμου ἢ γιὰ δοξασίες ἀκατανόητες, περιττὲς καὶ ἀνωφέλευτες. Ὅμως τὸ δόγμα οὔτε νόμος ἐπιβλητικὸς εἶναι, οὔτε ἄπιαστη φιλοσοφία, οὔτε καταθλιπτικὴ ὑποχρέωση. Εἶναι ρῆμα ζωῆς. Ἡ δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας ἀποτελεῖ γι’ αὐτὴν καὶ τοὺς ποιμένες της ὅ,τι ἡ ἐπιστήμη τῆς ἰατρικῆς γιὰ τὰ θεραπευτήρια καὶ τοὺς ἰατρούς.  Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖον οἱ θεῖοι Πατέρες ὑπεραμύνθηκαν τῶν ὀρθῶν δογμάτων ἄχρι θανάτου. Ἐγνώριζαν ὅτι ὅπως χωρὶς σωστὴ ἰατρικὴ ἐπιστήμη δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξε

Τί εἶναι δόγμα

Εικόνα
  π. Δημητρίου Ν. Θεοδωροπούλου Ἡ λέξη δόγμα προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα δοκῶ-έω, ἀπὸ τὸ ὁποῖο καὶ οἱ λέξεις δόκησις, δόξα, δόκιμος, δοκιμάζω κ.ἄ. (ἀπὸ ἐδῶ καὶ ἡ γνωστὴ ἔκφραση κατὰ τὸ δοκοῦν ). Τὸ δοκῶ χρησιμοποιήθηκε μὲ πληθώρα σημασιῶν.  Ἡ ἐτυμολογική του προέλευση (ἀπὸ τὸ ρῆμα δέχομαι ) ὁδηγεῖ στὴν ἄποψη ὅτι ἡ λέξη ἀρχικὰ σήμαινε «κάνω κάποιον νὰ δεχθεῖ κάτι, διδάσκω». Αὐτὸ  φαίνεται καὶ ἀπὸ τὴν σημασία τοῦ λατινικοῦ doceo (διδάσκω), ἀπὸ τὸ ὁποῖο προέρχεται καὶ τὸ γνωστὸ doctor (διδάκτωρ, διδάσκαλος).  Ὡστόσο, ἡ βασικὴ σημασία τοῦ ρήματος δοκῶ ἦταν «σκέφτομαι, νομίζω, πιστεύω». Τὸ ἴδιο συνέβη καὶ μὲ τὴν λέξη δόγμα, ἡ ὁποία χρησιμοποιήθηκε στὸ πέρασμα τοῦ χρόνου μὲ πάμπολλες σημασίες, ὅπως γνώμη, πεποίθηση, φρόνημα, δόξα (ἄποψη), ὅ,τι φαίνεται σὲ κάποιον καλό, ὅ,τι κάποιος θεωρεῖ ἀληθές, ὅ,τι φαίνεται ὀρθὸ κ.ἄ.  Στὸν ἀρχαῖο κόσμο οἱ ἀποφάσεις (κυρίως ἐκεῖνες ποὺ ἀποτελοῦσαν γνῶμες τοῦ συνόλου), τὰ δημόσια ψηφίσματα, οἱ διαταγὲς κ.τ.ὅ. ὀνομάζονταν δόγματα (π.χ. τὰ τῶν Ἀμφικτιόνων δόγ