Ἡ θεμελιώδης διάκρισις «κτιστοῦ - ἀκτίστου»

π. Δημητρίου Ν. Θεοδωροπούλου


Μετὰ τὰ ὅσα εἰσαγωγικὰ περὶ θεολογίας καὶ δόγματος εἴπαμε, ἂς ἔλθουμε στὴν ἐξέταση τῶν θεμελιωδῶν ἀρχῶν ποὺ διέπουν τὴν δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας.

Στὴν βάση αὐτῶν τῶν ἀρχῶν καὶ μόνον μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ στηρίζεται ἡ θεολογική μας σκέψη καὶ ἡ ἀνάπτυξή της. Ἀλλιῶς, παραμένει στατικὴ καὶ ἀγκυλωμένη.

Συνιστοῦν δὲ κατὰ κανόνα οἱ ἀρχὲς αὐτὲς διακρίσεις ἀνάμεσα σὲ ἔννοιες, ὅρους, πραγματικότητες.

Ἡ πρώτη, βασικὴ καὶ θεμελιώδης ἀρχή, ποὺ εἶναι ὅ,τι γιὰ τὰ μαθηματικὰ τὸ 1+1=2, ἀναφέρεται στὴν διάκριση ἀνάμεσα στὸν Κτίστη καὶ τὴν κτίση, τὸν Δημιουργὸ καὶ τὴν δημιουργία, τὸν ἄκτιστο Θεὸ καὶ τὴν κτιστὴ πραγματικότητα.

Εἶναι ἡ διάκρισις κτιστοῦ - ἀκτίστου.

«Ἀκτίστου - κτιστοῦ» κανονικὰ θὰ ἔπρεπε νὰ λέμε, καθότι προηγεῖται ὁ ἄκτιστος Θεὸς καὶ ἕπεται ἡ κτιστὴ δημιουργία, ὅμως χάριν μουσικωτέρας ἀγωγῆς τοῦ λόγου λέμε «κτιστοῦ - ἀκτίστου».

Τὸ ἄκτιστον εἶναι ὁ Θεός, ὁ Δημιουργός. Τὸ κτιστὸν εἶναι ἡ κτίσις, ἡ δημιουργία.

Πρόκειται γιὰ γνωσιολογικὴ ἀρχή, τὴν ὁποία θέτει ὡς βάση της ἡ θεολογία.

Δὲν εἶναι αὐτονόητη. Οὔτε ἀποδεικνύεται· ὅσο κι ἂν ὑπῆρξαν τέτοιες προσπάθειες.

Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ πείσει μὲ λογικὰ ἐπιχειρήματα ὅτι ὁ κόσμος εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ. Ὑπάρχουν τέτοια ἐπιχειρήματα, ὅμως δὲν πείθουν, ἀπὸ τὴν στιγμὴ μάλιστα ποὺ κάποιοι δὲν πιστεύουν κἂν σὲ Θεό.

Κανεὶς ἐπίσης δὲν μπορεῖ νὰ πείσει ὅτι ὁ κόσμος ὑπάρχει ἀπὸ μόνος του.

Πρόκειται γιὰ δύο ἐκ διαμέτρου ἀντίθετες γνωσιολογικὲς ἀφετηρίες.

Στὴν πρώτη ὁ κόσμος θεωρεῖται ὡς αὐθύπαρκτος. Δὲν τὸν δημιούργησε κανείς, ὑπάρχει ἀπὸ μόνος του καὶ ἀπὸ πάντα. Κατὰ λογικὴ συνέπεια εἶναι καὶ αἰώνιος, ἀθάνατος, ἄφθαρτος στὸ σύνολό του, χωρὶς ἀρχὴ καὶ τέλος· «ἀγένητος» καὶ «ἀνώλεθρος», κατὰ τὸν Παρμενίδη.

Αὐτὴν τὴν περὶ κόσμου ἀντίληψη εἶχαν πάρα πολλοὶ ἀρχαῖοι λαοί, πολλὰ δὲ θρησκευτικὰ καὶ φιλοσοφικὰ συστήματα τὴν ἀσπάζονται μέχρι σήμερα. 

Δὲν ὑπάρχει ἀρχὴ καὶ ἐξέλιξη τοῦ κόσμου ἐδῶ. Ἐπικρατεῖ ὁ κύκλος. Πολλοὶ πίστευαν καὶ πιστεύουν ὅτι τὸ σύμπαν ἀνακυκλοῦται κατὰ τακτὲς χρονικὲς περιόδους καὶ τοιουτοτρόπως ἀνανεοῦται. Σὲ ἀνατολικὲς δοξασίες οἱ περιοδικοὶ αὐτοὶ κύκλοι διαρκοῦν δισεκατομμύρια ἔτη. 

Τὸ σύμπαν, σύμφωνα μὲ αὐτὴ τὴν ἀντίληψη, ἔχει «ψυχὴ» ἢ «νοῦ» ἢ «λόγο», ποὺ ἀποτελεῖ τὴν ἐσώτερη δύναμή του. Αὐτὸ ἐνίοτε ὀνομάζεται «θεός». 

Στὴν δεύτερη περίπτωση ὁ κόσμος δὲν εἶναι αὐθύπαρκτος, ἀλλὰ δημιουργεῖται ἀπὸ κάποια (προσωπικὴ ἢ ἀπρόσωπη) δύναμη. 

Στὴν περίπτωση αὐτὴ προκύπτει αὐτομάτως τὸ ἐρώτημα: «Ποιὸς δημιούργησε τὴν ἐν λόγῳ δύναμη;» 

Ἂν ποῦμε ὅτι κάποια ἄλλη δύναμη δημιούργησε τὴν πρώτη αὐτὴ ποιητικὴ δύναμη, τίθεται ξανὰ τὸ ἴδιο ἐρώτημα: «Καὶ ποιὸς δημιούργησε αὐτὴ τὴν ἄλλη δύναμη;»

Μιὰ τέτοια ἀκολουθία ἐρωτήσεων καὶ ἀπαντήσεων, καταλαβαίνει κανείς, θὰ μᾶς ὁδηγήσει λογικὰ καὶ ἀβίαστα στὸ συμπέρασμα ὅτι κάτι ὑπάρχει ἀπὸ πάντα, κάτι ποὺ κανεὶς δὲν τὸ ἔφτιαξε, κανεὶς ποτὲ δὲν τὸ δημιούργησε. 

Καὶ στὶς δύο περιπτώσεις λοιπὸν καταλήγουμε στὸ συμπέρασμα ὅτι κάτι εἶναι οὕτως ἢ ἄλλως αὐθύπαρκτο. 

Πρόκειται γιὰ ἕναν λογικὸ μονόδρομο. Εἶτε ποῦμε ὅτι ὁ κόσμος εἶναι ἀδημιούργητος, εἶτε ποῦμε ὅτι ἔχει δημιουργό, ὁδηγούμαστε ἀναπόφευκτα στὸ συμπέρασμα ὅτι κάτι ὑπάρχει ἀπὸ μόνο του. Ὑπάρχει μία αὐθύπαρκτος πραγματικότης. Δὲν γίνεται ἀλλιῶς. Δὲν μπορεῖ κάτι νὰ ἔγινε ἀπὸ τὸ μηδέν, ἀπὸ τὸ τίποτε. Ἢ θὰ δεχθοῦμε ὅτι αὐτὸ ποὺ ὑπάρχει ὑπάρχει ἀπὸ μόνο του, ἢ θὰ δεχθοῦμε ὅτι εἶναι δημιούργημα κάποιας ἄλλης (ἀνωτέρας φυσικὰ) δυνάμεως, ἡ ὁποία καὶ πάλι ὑπάρχει ἀπὸ μόνη της. Ἡ ἔννοια τῆς δημιουργίας ἀπὸ τὸ μηδὲν εἶναι ἀδιανόητη. 

Ὁ Παρμενίδης τὸν 5ο π.Χ. αἰ. ἔλεγε χαρακτηριστικά: «Ἔστι γὰρ εἶναι, μηδὲν δ’ οὐκ ἔστιν» (Περὶ φύσεως VI 1)· «ὑπάρχει εἶναι, μηδὲν δὲν ὑπάρχει». 

Ὁ δὲ Καρτέσιος (René Descartes) δύο χιλιάδες χρόνια μετά, βασισμένος στὴν φιλοσοφία τοῦ μεγάλου Ἐλεάτη (Παρμενίδη), θὰ πεῖ: «Ex nihilo nihil fit» («οὐδὲν ἐξ οὐδενός», «τίποτε δὲν προέρχεται ἀπὸ τὸ τίποτε»), φράση ποὺ ἔμελλε νὰ ἐπηρεάσει δραστικὰ τὴν εὐρωπαϊκὴ διανόηση.

Ὅλα λοιπὸν προέρχονται ἀπὸ μίαν αἰτία, καὶ αὐτὴ ἡ αἰτία εἶναι αὐθύπαρκτoς.

Ὁδηγούμαστε ἐκεῖ μέσα ἀπὸ ἕνα λογικὸ μονόδρομο, καὶ αὐτὸ εἶναι πολὺ σημαντικό. Ξεκουράζει τὴν σκέψη, εἴτε αὐτὴ εἶναι ἐπιστημονική, εἴτε φιλοσοφική, εἴτε θεολογική.

Δὲν ἀναζητοῦμε πέραν τῶν δυνάμεών μας τὸ πῶς ὑπάρχει αὐτὴ ἡ αὐθύπαρκτος πραγματικότης. 

Συνειδητοποιοῦμε τὰ ὅριά μας καὶ προχωροῦμε ἁπλῶς στὴν περιγραφή της.

(Συνεχίζεται...)

Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Τὰ ἄρθρα δὲν εἶναι πραγματεῖες, ὥστε νὰ ἐξαντλοῦν ἕνα θέμα. Περισσότερο προβληματισμοὺς εἰσάγουν καὶ ἀφορμὲς γιὰ σκέψη καὶ διάλογο. Γι' αὐτὸ καὶ τὰ καλοπροαίρετα σχόλια εἶναι εὐπρόσδεκτα ἐδῶ, μᾶλλον δὲ καὶ ἐπιθυμητά. Εὐπρόσδεκτες ἐπίσης εἶναι καὶ οἱ ἐρωτήσεις. Ὁ δὲ διάλογος ἐνθαρρύνεται ὅλως ἰδιαιτέρως .

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Προσοχὴ στὰ ΑΜΗΝ τοῦ Facebook!

Ὁμοφυλοφιλία καὶ ὁμοφυλόφιλοι

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ οἱ ἱεροὶ κανόνες γιὰ τὴν ὁμοφυλοφιλία