Ὁμοφυλοφιλία καὶ ὁμοφυλόφιλοι

 

π. Δημητρίου Ν. Θεοδωροπούλου


Στὶς γραμμὲς ποὺ ἀκολουθοῦν, ἐπιχειρεῖται μία, ὅση δύναμις, προσπάθεια προσέγγισης ἑνὸς θέματος ποὺ ἔχει δυναμικὰ πλέον κάνει τὴν ἐμφάνισή του στὸ προσκήνιο τῆς κοινωνικῆς ζωῆς, ὅμως πολλοὶ ἐπιμένουν νὰ τὸ ἀγνοοῦν ἤ, κατὰ τὸ κοινῶς λεγόμενον, νὰ τὸ κρύβουν κάτω ἀπὸ τὸ χαλί.

Δὲν θά ’πρεπε ὅμως, διότι ἔχει ἀρχίσει ἤδη νὰ κτυπᾶ τὴν πόρτα πολλῶν σπιτιῶν. Καὶ μὲ τὸ νὰ κλείνεις τὰ μάτια δὲν πετυχαίνεις τίποτε, θὰ πρέπει νὰ τὸ ἀντιμετωπίσεις. Θὰ πρέπει νὰ ξέρεις τί νὰ πεῖς πάνω σ’ αὐτό, πῶς νὰ τοποθετηθεῖς· τί νὰ πεῖς στὸ παιδί σου, ἂν σοῦ ἐκμυστηρευθεῖ κάτι τέτοιο, στὸ ἐγγόνι σου, στὸν ἀδελφό σου, στὸν φίλο σου, στὸν γνωστό σου, στὸν μαθητή σου, ἂν εἶσαι δάσκαλος, σ’ αὐτὸν ποὺ καταφεύγει στὸ πετραχήλι σου, ἂν εἶσαι ἱερεύς· καὶ δὲν εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι ποὺ καταφεύγουν στὸ πετραχήλι γιὰ τὸ ἐν λόγῳ θέμα, εἴτε ἀφορᾶ ἄμεσα σ’ αὐτοὺς τοὺς ἴδιους, εἴτε σὲ ἀγαπημένα τους πρόσωπα.

Βγῆκε στὸ προσκήνιο δυναμικά, ἕως καὶ προκλητικά, τὸ φαινόμενο αὐτό, γιὰ νὰ τὸ κοιτάξουμε κατάματα, νὰ δοῦμε τὴν ἀλήθεια του σὲ ὅλες της τὶς διαστάσεις. Οἱ γενικόλογοι ἀφορισμοὶ δὲν ὠφελοῦν ㅡ δὲν ἔχουν καὶ πέραση στὴν ἐποχή μας, στὸν νέο ἄνθρωπο. Χρειάζεται ψυχραιμία ㅡ τὶς πιὸ πολλὲς φορὲς δὲν τὴν ἔχουμε. Εἶναι πιὸ εὔκολο νὰ ἐξαπολύεις συνθήματα, βρισιές, ἢ ἀκόμη ἀβγὰ καὶ ντομάτες, παρὰ νὰ ἀρθρώνεις λόγο. Ὑπάρχουν ἀκραῖες τοποθετήσεις, καὶ αὐτὸ δὲν ὠφελεῖ κανέναν, ποτὲ καὶ πουθενά, δὲν οἰκοδομεῖ. Πρὶν ἀποφανθοῦμε γιὰ κάτι, καλὸν εἶναι νὰ κατανοοῦμε πρῶτα ㅡ δὲν συμβαίνει συχνά. Συνήθως ἐπικρατεῖ ἀντὶ νηφαλιότητος ὁ πανικὸς ㅡ πανικὸς μὲ φωνὲς καὶ ἐπιθέσεις. Ἐκεῖνος δὲ ποὺ τὸ κάνει, θεωρεῖται ἀπὸ κάποιους καὶ ὡς ὁ πλέον ζηλωτής. Ὅσο πιὸ πολὺ φωνασκεῖς δηλαδή, τόσο πιὸ ζηλωτὴς εἶσαι! Ἂν δὲν φωνασκεῖς μάλιστα, ὑπάρχει καὶ κίνδυνος νὰ σὲ περάσουν γιὰ συνηγοροῦντα ἢ προδότη.

Γιὰ κάποιους ἐν Χριστῷ ἀδελφοὺς νὰ ξεκαθαρίσουμε κάτι. Ἡ Ἐκκλησία δὲν κινδυνεύει ἀπὸ τίποτε. Ἐμεῖς εἴμαστε ποὺ κινδυνεύουμε. Καὶ δὲν κινδυνεύουμε συνήθως τόσο ἀπὸ τὰ ἐξωτερικὰ ἐρεθίσματα καὶ τὶς συνθῆκες, ὅσο ἀπὸ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖον τὰ προσλαμβάνουμε καὶ τοποθετούμεθα ἀπέναντί τους.

Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ γράφων ἐπιμένει πάντα στὴν θεολογία. Αὐτὴ δίνει τὸ μέτρο καὶ τὶς ἀπαντήσεις σὲ ὅλα. Ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ ἐδῶ ἔχει τὶς ἀπαντήσεις, δὲν μᾶς ἀφήνει ἀκάλυπτους. Ἂς δοῦμε τὴν ἀλήθεια της καὶ ἐκεῖ πάνω ἂς ἑδράσουμε τὶς ὅποιες ἐκτιμήσεις μας ἀπέναντι στὸ θέμα. 

Οἱ ἐκτιμήσεις εἶναι ὑπόθεση ἠθικῆς. Ὅμως ἡ ἀλήθεια προηγεῖται τῆς ἠθικῆς. Ἡ ἠθικὴ ἀλλάζει, ἡ ἀλήθεια ὄχι, παραμένει ἀμετάβλητη.

Στὰ κείμενα ποὺ ἀκολουθοῦν, προσπαθοῦμε νὰ πάρουμε τὰ πράγματα μὲ τὴν σειρά, ἀπὸ τὰ ἀρχαῖα, τὰ πρὸ Χριστοῦ χρόνια, μέχρι σήμερα. Διαβάζοντας θὰ διαπιστώσουμε ὅτι αὐτὰ ποὺ γράφονταν παλιά, δὲν ἔχουν καμμία σχέση μὲ αὐτὰ ποὺ σήμερα ἀκοῦμε καὶ ἐν πολλοῖς ἰσχύουν. Τὰ πράγματα ἔχουν ἀλλάξει, ἄρδην δὲ κατὰ τοὺς τελευταίους χρόνους.

Σὲ τί ἀφορᾶ ἡ ἀλλαγή; Στὴν άλήθεια τοῦ πράγματος, στὴν οὐσία του; Ἀσφαλῶς ὄχι. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ἀναλλοίωτη ἐν παντὶ καιρῷ καὶ τόπῳ. Ἐκεῖνο ποὺ ἀλλάζει εἶναι τὸ ἐξωτερικὸ περίβλημά της, ἡ στάση τῶν ἀνθρώπων ἀπέναντι στὰ πράγματα, ἡ ἠθικὴ ὀπτικὴ γωνία θεωρήσεώς τους, ποὺ ἄλλοτε ἀμβλύνεται καὶ ἄλλοτε ὀξύνεται.

Ἐμᾶς τί μᾶς ἐνδιαφέρει; Τί προτάσσουμε ὡς Χριστιανοὶ καὶ ὡς Ἕλληνες; Τὴν ἀλήθεια ἀσφαλῶς (καὶ οἱ ἀρχαῖοι τὴν ἀλήθεια εἶχαν ὡς πρόταγμα). Μᾶς ἐνδιαφέρει πρῶτα ἡ ἀλήθεια τοῦ πράγματος καὶ μετὰ ἡ ἠθική του διάσταση. Στὴν ποιμαντικὴ τῆς Ἐκκλησίας αὐτὸ ἀποτελεῖ χρυσοῦν κανόνα.

Π.χ. στὸ θέμα τῶν ἀμβλώσεων, μᾶς ἐνδιαφέρει πρῶτα νὰ συμφωνήσουμε στὸ ἐὰν ἡ πράξη αὐτὴ συνιστᾶ ἀφαίρεση ζωῆς ἢ ἁπλῶς ἐξαγωγὴ μιᾶς μάζας κυττάρων. Ἐὰν συμφωνήσουμε σ’ αὐτό, τότε τὸ ἠθικὸ ἔρχεται σὲ δεύτερη μοῖρα. Διότι ἄλλην ἠθικὴ βαρύτητα ἔχει ἡ ἔκτρωση ποὺ γίνεται ἀπὸ μία παντρεμένη γυναῖκα γιὰ τὸν λόγο ὅτι δὲν θέλει νὰ χαλάσει τὴν σιλουέτα της καὶ νὰ στερηθεῖ τὸν ἐλεύθερο χρόνο της γιὰ διασκεδάσεις, καὶ ἄλλην βαρύτητα ὅταν ἡ πράξη αὐτὴ γίνεται ἀπὸ μία κοπέλα ποὺ βιάστηκε. Ἄλλην ἠθικὴ βαρύτητα εἶχε πρὶν ἀπὸ ἀρκετὲς δεκαετίες καὶ ἄλλην σήμερα ποὺ ἐπικρατοῦν οἱ τρέχουσες ἀντιλήψεις.

Δὲν ὑπάρχει ἀντικειμενικότητα στὴν ἠθική, ὑπάρχει ὅμως στὴν ἀλήθεια. Οὔτε στὸν τρόπο διαχειρίσεως τῆς ἀλήθειας ὑπάρχει ἀντικειμενικότης. Ὑπάρχει ὅμως στὴν ἴδια τὴν ἀλήθεια.

Θέλετε νὰ σᾶς πῶ κάτι ποὺ σχετικοποιεῖ ριζικὰ τὴν ἠθική; Ἡ μετάνοια. Ἡ ὅποια μετάνοια, πάνω ἀπ’ ὅλα ὅμως ἡ μετάνοια ὡς πράξη ἀναθεωρήσεως τοῦ ψεύδους.

Ἡ ἠθικὴ λοιπὸν σχετικοποιεῖται. Οἱ συνθῆκες καὶ οἱ ἐποχὲς τὴν ἐπηρεάζουν. Σκεφτεῖτε ὅτι κάποτε ἦταν ἀδιανόητο νὰ κυκλοφοροῦν οἱ ἄνθρωποι μὲ μαγιὼ (στὴν παραλία ἐννοῶ), ἢ νὰ ὁδηγοῦν οἱ γυναῖκες ποδήλατο.

Ἂν ὅμως ἡ ἠθικὴ ἄλλοτε συσφίγγεται καὶ ἄλλοτε ἐκλύεται, δὲν συμβαίνει τὸ ἴδιο καὶ μὲ τὴν ἀλήθεια. Αὐτὴ εἶναι  ἀμετάλλακτος.

Ἐν προκειμένῳ, ναί, ἡ ἔκτρωση εἶναι ἀφαίρεση ζωῆς, διότι ὁ ἄνθρωπος ἔρχεται εἰς τὸ εἶναι, ἀρχίζει νὰ ὑπάρχει ἐξ ἄκρας συλλήψεως, ἀπὸ τότε δηλαδὴ ποὺ συλλαμβάνεται στὰ σπλάγχνα τῆς μητέρας του. Ἐκεῖνο τὸ πρῶτο κύτταρο, τὸ ζυγωτό, ὅπως τὸ λένε οἱ ἐπιστήμονες, εἶναι ἕνας τέλειος ἄνθρωπος μὲ σῶμα καὶ ψυχή· ἕνα σῶμα τόσο μικροσκοπικό, ὅμως σῶμα. Ἡ ἀλήθεια αὐτὴ εἶναι ἀπόλυτη. Ἡ ἠθικὴ φυσικὰ σχετικοποιεῖται.

Τὸ ἴδιο καὶ μὲ τὰ ναρκωτικά, γιὰ νὰ ποῦμε ἕνα ἀκόμη παράδειγμα. Εἶναι θάνατος. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀλήθεια. Τώρα, ἕνας ναρκομανὴς τὴν ὥρα ποὺ κάνει τὴν τελευταία του ἔνεση καὶ πεθαίνει μ’ αὐτὴν στὸ χέρι, μπορεῖ νὰ λέει: «Χριστέ μου, μὴ μὲ ἐγκαταλείπεις· δὲν μπόρεσα νὰ τὸ νικήσω»! Ἐδῶ εἰσέρχεται ἡ ἠθική. Εἶναι ἄλλο νὰ λὲς «δὲν μπόρεσα νὰ τὸ νικήσω» καὶ ἄλλο νὰ τό 'χεις καὶ γιὰ μαγκιά.

Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὴν ὁμοφυλοφιλία. Δεῖτε ἕνα παράδειγμα. Στὸν μουσουλμανικὸ κόσμο ἀπαντᾶ ὁ ὅρος livat (λιβὰτ) ποὺ σημαίνει «σοδομισμὸς» καὶ παραπέμπει στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ὅπου, ὅπως ἀμέσως παρακάτω θὰ δοῦμε, προβλέπονταν γιὰ τὴν πράξη αὐτὴ ἡ θανατικὴ ποινή. Ἡ ὁμοφυλοφιλία γιὰ τοὺς μουσουλμάνους εἶναι εἰδωλολατρία, γι’ αὐτὸ καὶ θὰ πρέπει νὰ τιμωρεῖται. Οἱ μουσουλμάνοι ἔχουν μίαν ἰδιαίτερη «εὐαισθησία» στὸ θέμα τῆς εἰδωλολατρίας. Εἶναι κάτι ποὺ ἐμίσησε σφόδρα καὶ μετὰ βδελυγμίας ἀπεστράφη τὸ Ἰσλὰμ ἀπὸ τὰ πρῶτα χρόνια τῆς ὑπάρξεώς του.

Ἐν τούτοις, στὴν Τουρκία ὁ  Zeki Muren (Ζεκὶ Μουρέν), ὁ κορυφαῖος, γιὰ πολλούς, Τοῦρκος τραγουδιστὴς (εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔγραψε τὸ γνωστὸ τραγούδι «Μανώλια»), ὄχι μόνον δὲν λιθοβολήθηκε, ἀλλὰ καὶ λατρεύτηκε. Ἂν ἦταν ἄλλος, θὰ εἶχε πικρῶς θανατωθεῖ ἢ μαστιγωθεῖ ἢ τοὐλάχιστον ἄγρια ξυλοκοπηθεῖ ἐξ αἰτίας τῆς τόσο προκλητικῆς γιὰ τὰ τουρκικὰ μουσουλμανικὰ ἤθη ἐμφάνισής του. Αὐτὸς ὅμως ὄχι. Γιατί; Διότι ἡ ἠθικὴ σχετικοποιεῖται. Σχετικοποιήθηκε ἀκόμη κι ἐκεῖ.

Καὶ σήμερα ἔχει σχετικοποιηθεῖ πολύ. Τὰ στοιχεῖα ὅμως αὐτῆς τῆς σχετικοποίησης συνθέτουν τὸ ἐξωτερικὸ περίβλημα, τὸ περιτύλιγμα τοῦ πράγματος. Ἡ οὐσία του καὶ ἡ ἀλήθειά του παραμένει ἀναλλοίωτη.

***

Μετὰ τὰ παραπάνω εἰσαγωγικὰ λόγια θὰ προχωρήσουμε στὴν παράθεση στοιχείων ποὺ ἀφοροῦν στὸ θέμα μας. Αὐτὰ εἶναι ποικίλα καὶ ἐν πολλοῖς ἀλληλοαντικρουόμενα. Εἶναι λόγος καὶ ἀντίλογος. Ἡ ὁμοφυλοφιλία δὲν εἶναι σύγχρονο φαινόμενο καὶ κάτι ποὺ ἀπασχολεῖ τὰ τελευταῖα χρόνια τὶς κοινωνίες. Τὶς ἀπασχολεῖ πάντα. 

Θὰ προσπαθήσουμε νὰ προσεγγίσουμε χρονολογικὰ τὸ ζήτημα, ὅπως εἴπαμε, ἀρχίζοντας ἀπὸ τὴν Βίβλο. Οἱ ἀρχαῖοι λαοὶ ἦταν ὅλοι εἰδωλολατρικοί, ὅπως γνωρίζουμε, πλὴν τοῦ ἑβραϊκοῦ, τοῦ μόνου ποὺ εἶχε σχέση μὲ τὸν ἀληθινὸ Θεό. Γιὰ μᾶς τοὺς χριστιανοὺς συνεπῶς μεγαλύτερη ἀξία ἔχουν τὰ ὅσα λέει ἡ Παλαιὰ Διαθήκη γιὰ τὸ θέμα τῆς ὁμοφυλοφιλίας, παρὰ τὰ ὅσα διασώζει ἡ ἐθνικὴ (εἰδωλολατρικὴ) γραμματεία. Ἐν τούτοις, θὰ ρίξουμε καὶ ἐκεῖ μία ματιά, προπαντὸς δὲ στὰ ἀρχαιοελληνικὰ κείμενα. Κατόπιν θὰ περάσουμε στὰ χρόνια τῆς Καινῆς Διαθήκης, στὰ θεόπνευστα βιβλία της, στοὺς ἱεροὺς κανόνες, στὰ λόγια τῶν ἁγίων πατέρων καὶ διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ νὰ καταλήξουμε στὰ ὅσα λέγονται καὶ γράφονται σήμερα ἀπὸ ἐπιστήμονες, θεολόγους καὶ ἄλλους γιὰ τὸ θέμα αὐτό.

Ἂς ἀρχίσουμε λοιπὸν ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Αὐτὴ ἄλλωστε περιέχει κείμενα ἀρχαιότερα ἀπὸ τὰ ἑλληνικά.

Ἡ ὁμοφυλοφιλία στὴν Παλαιὰ Διαθήκη

Στὸ Λευϊτικὸν διαβάζουμε: «καὶ μετὰ ἄρσενος οὐ κοιμηθήσῃ κοίτην γυναικείαν, βδέλυγμα γάρ ἐστι» (κεφ. ιη΄ 22)· δηλαδὴ δὲν θὰ κοιμηθεῖς μὲ ἄρρενα, ὅπως κοιμᾶσαι μὲ γυναῖκα (δὲν θὰ ἔχεις μὲ ἄνδρα σαρκικὴ σχέση, σὰν νὰ εἶναι αὐτὸς γυναῖκα), διότι ἡ πράξη αὐτὴ εἶναι βδελυκτὴ (μυσαρά, μισητή, ἀηδής).

Καὶ παρακάτω, στὸ εἰκοστὸ κεφάλαιο (στίχ. 18): «καὶ ὃς ἂν κοιμηθῇ μετὰ ἄρσενος κοίτην γυναικός, βδέλυγμα ἐποίησαν ἀμφότεροι· θανάτῳ θανατούσθωσαν, ἔνοχοί εἰσιν». Ἐκεῖνοι ποὺ θὰ κάνουν μία τέτοια βδελυρὰ πράξη δηλαδὴ εἶναι ἔνοχοι καὶ θὰ πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ θανατωθοῦν.

«Θανάτῳ θανατούσθωσαν». Ἡ ἔκφραση ἀποτελεῖ ἰδιάζοντα γραμματικὸ ἑβραϊσμό, σημιτισμὸ γενικώτερα. Οἱ Ἑβραῖοι (καὶ γενικῶς οἱ σημιτικοὶ λαοὶ) χρησιμοποιοῦσαν ἐκφράσεις τὶς ὁποῖες οἱ Ο΄ (Ἑβδομήκοντα) σοφοὶ καὶ λογιώτατοι μεταφραστὲς τῆς Βίβλου ἀπέδωσαν μὲ τὸν παραπάνω τρόπο, χρησιμοποιῶντας δηλαδὴ ταυτόσημες λέξεις γιὰ λόγους ἐπίτασης τοῦ νοήματος. Τὸ «θανάτῳ θανατούσθωσαν» κατὰ γράμμα μεταφράζεται «νὰ πεθάνουν μὲ θάνατο». Πρόκειται δηλαδὴ γιὰ ταυτολογία καὶ πλεονασμό. Ὅμως ὡς ἀπόδοση ἀποτελεῖ ὑψηλῆς αἰσθητικῆς ἔκφραση, μεστὴ σοφίας καὶ ποιητικοῦ μεγαλείου. «Ζηλῶν ἐζήλωσα τὸν Κύριον», λέει κάπου ἀλλοῦ, γιὰ νὰ δείξει ὅτι ὁ ζῆλος εἶναι πολὺ μεγάλος, ἐντελής, ἐξέχων.

Συνεπῶς, μὲ τὸ «θανάτῳ θανατούσθωσαν» ἐννοεῖ ὅτι θὰ πρέπει ὁπωσδήποτε, χωρὶς χρονοτριβὴ νὰ θανατωθοῦν. Τὸ βδέλυγμα εἶναι πολὺ μεγάλο. Τέτοια κάνουν οἱ ἄλλοι λαοί. Ὁ Ἰσραὴλ θὰ πρέπει πάσῃ θυσίᾳ νὰ προφυλαχθεῖ ἀπὸ αὐτά.

Στὴν ἴδια συνάφεια τὸ κείμενο ἀναφέρει καὶ ἄλλες πράξεις ποὺ ἐπισύρουν ποινὴ θανάτου. Μεταξὺ αὐτῶν ἡ κτηνοβασία, ἡ παντὸς εἴδους αἱμομιξία (σὲ κάποιους εἰδωλολατρικοὺς λαοὺς ἦταν διαδεδομένη), ἡ μοιχεία καὶ ἄλλες.

Γενικῶς ὁρίζει: «Μὴ μιαίνεσθε ἐν πᾶσι τούτοις· ἐν πᾶσι γὰρ τούτοις ἐμιάνθησαν τὰ ἔθνη»· δηλαδὴ μὴ μολύνεσθε μὲ ὅλα αὐτά· διότι μὲ αὐτὰ ὅλα μολύνθηκαν τὰ ἔθνη, ἤτοι οἱ εἰδωλολατρικοὶ λαοί.

Παρακάτω, προσωποποιῶντας τὴν γῆ λέει ὅτι αὐτὴ «προσώχθισε τοῖς ἐγκαθημένοις ἐπ’ αὐτῆς» (ἐμίσησε τοὺς κατοίκους της) γιὰ τὶς βδελυρὲς πράξεις τους. Μολύνθηκε ἡ γῆ, ἀγανάκτησε ἐναντίον τους, ἀηδίασε καὶ τοὺς ξέρασε.

Ἀλλα βιβλία (π.χ. τὸ Δευτερονόμιον) χρησιμοποιοῦν πιὸ βαριὰ ἀκόμη ἔκφραση: Ἐπικατάρατος!

Γιὰ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη λοιπὸν ἡ ὁμοφυλοφιλία εἶναι ἁμάρτημα ποὺ πρέπει νὰ τιμωρηθεῖ αὐθωρεὶ καὶ παραχρῆμα μὲ θάνατο. 

Σήμερα δὲν εἶναι φυσικὰ ἔτσι. Ζοῦμε μετὰ Χριστόν, στὰ χρόνια τῆς χάριτος, ὄχι τοῦ νόμου. «Ὁ νόμος διὰ Μωϋσέως ἐδόθη, ἡ χάρις καὶ ἡ ἀλήθεια διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο» (Ἰωάν. α΄ 17).

Τί σημαίνει αὐτὸ καὶ πῶς σχετίζεται μὲ τὸ θέμα μας θὰ τὸ δοῦμε τὴν ἑπόμενη φορά.

(Συνεχίζεται)

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Προσοχὴ στὰ ΑΜΗΝ τοῦ Facebook!

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ οἱ ἱεροὶ κανόνες γιὰ τὴν ὁμοφυλοφιλία